...του Δημήτρη Μαυρομάτη
Η πιο όμορφη -ίσως- βραδιά ως τώρα από αυτές που έχουν διοργανωθεί με τη συμβολή του εκδοτικού οίκου Ars Nocturna για τη δεύτερη σεζόν των Reflections στο Death Disco που ντύθηκε στα χρώματα των Clive Barker & Pinhead.Μαζί μας για δεύτερη φορά ήταν και το -μόνιμο πλέον- μέλος αυτής της παρέας,το βιβλιοπωλείο Youcube.
Οι πόρτες του εναλλακτικού club του Ψυρρή άνοιξαν λίγο μετά τις 19:00,σε μια προσπάθεια να ικανοποιήσουμε όλα τα παιδιά που λόγω της δυσκολίας με τη μέσα μαζικής μεταφοράς επανειλλημένως μας είχαν τονίσει τον τελευταίο καιρό ότι δεν προαλβαίνουν πάντοτε κάποιο σκέλος από τις παρουσιάσεις.Δε χρειάστηκε πολύ ώρα για να απονείμουμε σε εσάς το oscar συνέπειας,αφού περίπου ένα τέταρτο αργότερα κατέφθασαν οι πρώτοι επισκέπτες.Ένα από τα αγαπημένα μας μέρη των Reflections στον ενάμιση περίπου χρόνο ύπαρξης τους,είναι ακριβώς αυτό το ''πρελούδιο'' όταν ο χώρος ντύνεται στα χρώματα της εκδήλωσης και οι πρώτοι που μπαίνουν στο Death Disco στήνουν ένα τοπίο που ξεχυλίζει από διαδραστικότητα,γνωρίζοντας του συμμετέχοντες καθώς εκείνοι στήνουν την έκθεσή τους και ανοίγοντας σχετικές συζητήσεις μαζί τους.Τα πρώτα σχόλια για το dark cult ύφος που είχε αρχίσει ήδη να απλώνεται στο χώρο ήρθαν λοιπόν να μας προετοιμάσουν για μια βραδιά μοναδική,όπως και έγινε.
στο ξεκίνημα...
Ο Δημήτρης Μαυρομάτης κέρδισε παλαιότερους και νεότερους fans του Clive Barker με την ικανότητα του στην ψηφιακή δημιουργία,η μουσική ξεκίνησε για να ανοίξει το δρόμο για τον λιτό πρόλογο του Κωνσταντίνου Τσουρέκη,φιλόλογου και υπεύθυνου των σεμιναρίων γραφής της Ars Nocturna που σε λίγο καιρό μετακομίζει και επίσημα στην οδό Θεμιστοκλέους και τα Εξάρχεια,απέναντι από το δισκοπωλείο Le disque Noir.
...πρόλογος από τον Κωνσταντίνο Τσουρέκη
Η απορία λίγο μετά τις 21:00 παρέμενε μια,αν η παρέα που είχε συγκεντωθεί στο χώρο θα εστίαζε στην προβολή της ταινίας ''Σαλώμη'',καθώς με την έλλειψη διαδραστικότητας που έχουν οι ζωντανές παρουσιάσεις,δημιουργείται συχνά μια παράξενη αίσθηση όταν η μουσική απουσιάζει.Όλα τα παιδιά μετακίνησαν τις καρέκλες και τα σκαμπώ τους προς τα πίσω για να αφοσιωθούν στο φιλμ,με αποτέλεσμα εμείς να απολαμβάνουμε τελικά περισσότερο την ευχαρίστηση στις εκφράσεις τους και λιγότερο την ταινία.Η συνέχεια ήταν η καλύτερη,με τα δεκαπεντάλεπτα ρεσιτάλ από τους Μιχάλη Γεωργοστάθη και Γιώργο Μπελαούρη,συνήθεις ύποπτοι στα λογοτεχνικά δρώμενα της Πέμπτης.Κάπου εκεί αναρτήθηκε στον τοίχο της σκηνής ακόμη ένα εξαιρετικό poster με πρωταγωνιστή τον Pinhead,αυτή τη φορά από την εξίσου ταλαντούχα illustrator Γιώτα Τσιμπαλίδη.
...η αφίσα του event από τη Νάσια Φούντα
Η γιορτή συνεχίστηκε και μετά τα μεσάνυχτα και έχουμε να πούμε μόνο ένα μεγάλο ευχαριστώ στους Κώστα και Κωνσταντίνο από Ars Nocturna και τη Λία από το Youcube,Δημήτρη και Γιώτα ...for the eye candy,Μιχάλη και Γιώργο για τα καυστικά αλλά και δοκιμιακά όταν έπρεπε και όσο έπρεπε κείμενά τους τα οποία μπορείτε να διαβάσετε παρακάτω,Τζένη για τις φώτο,Νάσια για μια ακόμη υπέροχη αφίσα.Ραντεβού με όλη την παρέα στο εορταστικό διήμερο Gothic X-mas,Δευτέρα και Τρίτη 22-23 Δεκεμβρίου 2014 στο Death Disco!!!
...Η ''Σαλώμη'' στη μεγάλη οθόνη του Death Disco
''Το κείμενο που διάβασα* χθες στην εκδήλωση:
Καλησπέρα σας και από εμένα.
Φαντάζομαι για να είσαστε εδώ θα είσαστε τουλάχιστον οικείοι με τον Barker και το έργο του, οπότε δε θα σας κουράσω με κατεβατά από ημερομηνίες. Είμαι εδώ περισσότερο για να θυμηθούμε για ποιο λόγο ο Barker είναι σημαντικός σα συγγραφέας και για ποιο λόγο μας αρέσει τόσο.
Οπότε ας συστηθούμε, με λένε Μιχάλη Γεωργοστάθη και γράφω και εγώ ιστορίες τρόμου και φαντασίας. Μαζί θα δούμε την horror περίοδο του Barker.
Είμαστε λοιπόν στο 1984. Στις Ηνωμένες Πολιτίες της Αμερικής ο τρόμος είναι στα πάνω του. Η εμπορική επιτυχία ταινιών όπως το Halloween, Ο Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες και το Παρασκευή και 13 έχει οδηγήσει στην παραγωγή αμέτρητων Slasher ταινιών, ενώ οι εκδοτικοί οίκοι ψάχνουν μανιωδώς τον επόμενο Stephen King. Παράλληλα, μία σειρά από συγγραφείς, επηρεασμένοι από τις ευρωπαϊκές σπλάττερ ταινίες που βλέπουν στα grindhouse σινεμά της εποχής, εξερευνούν τα όρια στο πόση βία και σεξ μπορούν να αποδόσουν στα έργα τους. Συγγραφείς όπως ο Jack Ketchum, o Richard Laymon και ο Robert McCammon, που σχηματίζουν ένα νέο είδος που αποκαλείται splatterpunk, στο οποίο είδος εντάσσονται και οι πρώτες δουλειές του Μπάρκερ
Την ίδια εποχή στο Ηνωμένο Βασίλειο, η λογοκρισία απαγορεύει τις πιο άγριες ταινίες της εποχής, τα λεγόμενα video nasties. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ο κόσμος δε διψάει για αίμα και σπέρμα: φτηνά βιβλιαράκια τσέπης κυκλοφορούν σωρηδόν και συγγραφείς όπως o James Herbert, ο Graham Masterton και ο Guy Smith κάνουν ρεκόρ πωλήσεων, χωρίς όμως να είναι και κάτι το συγκλονιστικό από λογοτεχνική αξία.
Και η σκοτεινή κουλτούρα όμως έχει μπει πλέον στο mainstream: Οι Iron Maiden γεμίζουν στάδια, ενώ και το new wave περνάει από τα batcaves στο top of the pops, με τους Killing Joke να μας τραγουδάνε το Love Like Blood, τους Bauhaus το She's in parties και τους Joy Division να έχουν δώσει τη θέση τους στους New Order.
Κάποιος θα έλεγε ότι ο τρόμος είχε αρχίσει να χάνει τα δόντια του, αλλά δεν ήταν ακριβώς έτσι τα πράγματα: μην ξεχνάμε, είμαστε στο Λονδίνο στο απόγειο του Θατσερισμού, παράδεισος αν είσαι προνομιούχος και έχεις χρήματα, εφιάλτης όμως αν είσαι ένας άφραγκος, ομοφυλόφιλος καλλιτέχνης, όπως ήταν ο Barker.
O Clive Barker ήταν εκείνη την εποχή ηθοποιός. Είχε μετακομίσει στο Λονδίνο στα 21 του, είχε ανεβάσει μερικές παραστάσεις, είχε γυρίσει και τις δύο ταινίες που θα δούμε απόψε και, παράλληλα, έγραφε ιστορίες τρόμου.
Και οι ιστορίες του ήταν τόσο καλές, που η πρώτη του συλλογή διηγημάτων, το πρώτο από τα Βιβλία του Αίματος, που εκδόθηκε τη χρονιά εκείνη, γνώρισε τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία. Δε νομίζω ότι το βιβλίο χρειάζεται συστάσεις. Είναι ένα αριστούργημα της λογοτεχνίας τρόμου που μας δείχνει τα περισσότερα από τα στοιχεία που θα έκαναν τον Barker γνωστό σα συγγραφέα.
Για αρχή έχουμε τις ιδέες. Τις τρελές, εξωπραγματικές, πρωτότυπες εκείνες ιδέες στις οποίες ο Barker μας έχει συνηθίσει. Γιατί, παραδεχτείτε το, δεν έχετε ξαναδιαβάσει μία ιστορία τόσο ξεχωριστή όπως το “Οι Πόλεις στους Λόφους” ενώ πχ το “Μπλουζ αίματος για ένα γουρούνι” δεν είναι η τυπική ιστορία που θα περιμένατε να διαβάζατε για μία φυλακή. Ο ίδιος ο συγγραφέας έχει δηλώσει ότι δεν ήθελε όλες οι ιστορίες να έχουν τον ίδιο τόνο, για αυτό και βάζει μία καθαρά χιουμοριστική ιστορία όπως το “Φλυαρούδι και ο Τζακ” ή προσθέτει τις έντονες σατιρικές νότες που διατρέχουν το “Σεξ, Θάνατος και Αστροφεγγιά”.
Κάτι άλλο που εντυπωσιάζει τον αναγνώστη είναι το πόσο σωματικός είναι ο τρόμος του Barker. Οι τρόμοι που αντιμετωπίζουν οι ήρωες δεν αφορούν αφηρημένες έννοιες όπως οι ψυχές ούτε σημαδεύουν τα μυαλά τους. Αντίθετα οι σάρκες παραμορφώνονται και διαλύονται, αίμα, σπέρμα και κάθε άλλους είδους εκκρίσεις τρέχουν ποτάμι. Όλα αυτά όμως σε μία σειρά από έντονες εικόνες και περιγραφές στις οποίες η φθορά, η βία και ο ερωτισμός συμπλέκονται με μία γλώσσα τόσο λυρική όσο είναι και φρικιαστική.
Τον πρώτο αυτό τόμο τον ακολούθησαν άλλοι πέντε, όλοι τους με μία σειρά από αξιόλογες ιστορίες, που περιέχουν μια σειρά από ιστορίες φρίκης που εκτυλίσσονται από τα γκέττο των μεγαλουπόλεων μέχρι την ύπαιθρο ή και ξεχασμένα νησιά. Πέρα όμως από γλαφυρές περιγραφές μακελειών, εδώ θα δούμε και ψυχολογικό τρόμο (στην ιστορία Τρόμος), μεταφυσικό θρίλερ (στο Αγώνας δρόμου για την Κόλαση) και μαύρη κωμωδία (στο Τα παιδιά της Βαβέλ) ενώ σας περιμένουν και κάποιες εξωπραγματικές συλλήψεις όπως για παράδειγμα μια γυναίκα που παίζει με τη σάρκα όπως παίζει με τους άντρες, καρκινικούς όγκους που στοιχειώνουν έναν κινηματογράφο, ένα σάβανο που επιστρέφει για εκδίκηση, ή ένας αστικός θρύλος των γκέτο που ζωντανεύει. Το πιο βασικό όμως είναι ότι επιτέλους ο τρόμος του μέηνστριμ ξαναπόκτησε δόντια.
Αναμφίβολα, πολλούς θα τους εντυπωσιάζει το πως ο Barker παραμορφώνει τις σάρκες των χαρακτήρων του, προσωπικά όμως, σαν αναγνώστης και συγγραφέας, εντυπωσιάζομαι από το πόσο πρόθυμος είναι να παραμορφώσει τις συμβάσεις της αφήγησης μίας ιστορίας τρόμου για να μας δώσει το προσωπικό του όραμα. Τα γραπτά του Barker δεν έχουν αρχή-μέση-τέλος. Ένα πρώτο παράδειγμα ήταν “η κρεοφόρος του μεσονυχτίου” όπου μία απλή ιστορία σπλάττερ ανοίγει στο τέλος της σε κάτι μεγαλύτερο, σαν πυώδες μπουμπούκι που ανθίζει σε μία πληγή. Και αυτό φαίνεται πολύ πιο έντονα αργότερα στα μεγαλύτερα έργα της καριέρας του.
Το “Καταραμένο παιχνίδι” του 1985 είναι ίσως η πιο συμβατική ιστορία τρόμου του συγγραφέα. Οι 600-κάτι σελίδες του ακολουθούν μία σχετικά τυπική ροή, υπάρχουν όμως κάποιες πανέξυπνες ανατροπές που έρχονται και σε χτυπάνε από εκεί που δεν το περιμένεις, ενώ οι προκλητικές σκηνές και το gore υπάρχουν αναλοίωτα. Εδώ βλέπουμε ένα άλλο από τα θέματα που επιστρέφουν στο έργο του Barker, δύο υπερφυσικά πλάσματα που αντιμάχονται το ένα το άλλο.
Ο Barker επίσης δε διστάζει να θίξει θέματα-ταμπού. Πολύ συχνά μπλέκει το σεξ με το θάνατο, την απόλαυση με τον πόνο, βάζει συμπαθητικούς χαρακτήρες που κρύβουν περίεργα βίτσια (όπως τον παιδόφιλο δεσμοφύλακα στα μπλουζ αίματος) ή καταλήγουν σε βλάσφημες πράξεις.
Όλα αυτά τα θέματα τα συναντάει κανείς στη νουβέλα Hellbound Heart, που αργότερα έγινε η ταινία Hellraiser. Εκεί κλειδί στην πλοκή είναι η σαδομαζοχιστική αναζήτηση ηδονής τόσο από τον Φρανκ όσο και από τη Τζούλια, ενώ ταυτόχρονα βλέπουμε ένα δαιδαλώδες ερωτικό όχι τρίγωνο, περισσότερο σε μαίανδρο φέρνει, με τον έναν χαρακτήρα να είναι δεμένος από την ερωτική του εξάρτηση από κάποιον άλλον. Και φυσικά έχουμε μερικούς αγγέλους για μερικούς, δαίμονες για άλλους που κομματιάζουν ψυχές
Στις νουβέλα αυτή, όπως και στο Cabal που το ακολούθησε, δε μπορεί κανείς παρά να εντυπωσιαστεί από την ενέργεια και το πόσες πολλές ιδέες καταφέρνει να στριμώξει σε αυτές, ίσως και περισσότερες από όσες θα μπορούσαν να χωρέσουν στις σελίδες τους (Ενδεικτικά, στο Καμπάλ κάθε 50 σελίδες έχωνε και από ένα σημαντικό σημείο πλοκής που άλλαζε τη ροή της ιστορίας).
Είναι όμως αυτό που τις κάνει να ξεχωρίζουν, το πως οι ιδέες ξεχειλίζουν από το χαρτί, το πως μικρές μπουκιές πλοκής ανοίγονται σε ολόκληρες ιστορίες: ενδεικτικά, οι Κοινοβήτες του Hellbound Heart εμφανίζονται μόνο σε δύο σκηνές της νουβέλας, όμως μας έχουν δώσει τις 9 ταινίες της σειράς Hellraiser και τουλάχιστον δύο σειρές κόμιξ.
Και εδώ θέλω να σταθώ λίγο: αυτό που κάνει τον Barker γοητευτικό, τουλάχιστον για εμένα, είναι το ότι τα γραπτά του είναι σα ναρκοπέδιο, σαν το λαβύρινθο του Λεβιάθαν. Είναι ταξίδι σε ανεξερεύνητο έδαφος όπου μπορείς να στρίψεις σε μία γωνία και να ανακαλύψεις ότι πέφτεις πάλι σε κάτι που έχεις ξαναδει λίγο πιο πριν ή να μπεις σε έναν καινούριο, θαυμαστό αλλά και τρομαχτικό κόσμο. Και οι κόσμοι του Barker είναι άλλο ένα χαρακτηριστικό του, κρύβονται μέσα στον δικό μας θαυμαστοί αλλά και τρομαχτικοί. Νομίζω αυτό το πρωτοβλέπουμε ως ολόκληρο θέμα και όχι ως σπόρο ιστορίας στο Καμπάλ όπου βλέπουμε, τη Μίντιαν, την πόλη όπου κατοικούν τα τέρατα.
Τα τέρατα του Μπάρκερ είναι επίσης κάτι που νομίζω ότι πρέπει να αναφέρω: δεν είναι κακά απλά και μόνο επειδή είναι τέρατα. Συνήθως είναι απλά αυτό, τέρατα, και πολλές φορές καταλήγουν να είναι πιο συμπαθητικά από τους ανθρώπους. Στο Καμπάλ θέλουν απλά να ζήσουν ήσυχα, ενώ ο κακός είναι ένας άνθρωπος που τα καταδιώκει, στο Hellbound Heart και στο Damnation Game παίζουν παιχνίδια με ανθρώπους οι οποίοι τους εξαπατούν, στην ιστορία “Τα δέρματα των γονέων” έρχονται απλά να σώσουν έναν δικό τους. Έχουν δικά τους κίνητρα και, πολλές φορές, δεν μπορείς να πεις ότι δεν έχουν τους λόγους τους να αντιδρούν διαφορετικά από την φύση τους.
Η καριέρα του Μπάρκερ σαν άρχοντας του τρόμου φτάνει στο απόγειό της το 1987.
Τη χρονιά εκείνη, απογοητευμένος από τις κάκιστες κινηματογραφικές μεταφορές των Rawhead Rex και Underworld, αποφασίζει να κάνει ταινία το Hellbound Heart σε δική του σκηνοθεσία. To Hellraiser ήρθε και έπεσε σα βόμβα σε μία σκηνή κορεσμένη από τα άπειρα σλάσερ. Ήταν μία ταινία βίαια ερωτική, με τους κοινοβήτες, τους δαίμονες με το σαδομαζοχιστικό λουκ και την τάση να ξεσκίζουν ψυχές με γάτζους και αλυσίδες. Ο επικεφαλής τους, ο Pinhead, θα γινόταν σύντομα είδωλο όχι μόνο των ταινιών τρόμου, αλλά και τις γοτθικής κουλτούρας. Το Hellraiser είχε άλλες 8 συνέχειες, με την ανάμειξη του Barker να γίνεται όλο και μικρότερη, μέχρι που εγκατέλειψε το franchise στην τέταρτη ταινία. Η ποιότητα των ταινιών είναι όλο και πτωτική. Προσωπικά, όταν έβλεπα τις δύο τελευταίες ευχόμουν να σκάσει ο Pinhead και να με αναλάβει με τους γάτζους του, γιατί θα με πονούσαν λιγότερο.
Ο Barker θα σκηνοθετήσει και άλλες δύο ταινίες το Nightbreed, βασισμένο στο Cabal, καθώς και το Lord of Illusion, βασισμένο στην ομώνυμη ιστορία από το πέμπτο βιβλίο του αίματος.
Αυτό που με εντυπωσιάζει είναι οι αλλαγές που έχει κάνει σε σχέση με τις νουβέλες. Για παράδειγμα, η Christie του Hellbound Heart από friendzoned του Larry γίνεται κόρη του, το τέλος του nightbreed είναι το εντελώς αντίθετο από αυτό του Cabal, όσο δε για το Lord of Illusions... καμία σχέση βιβλίο με ταινία, ίσως για να είναι πιο κοντά στο στυλ του συγγραφέα την εποχή που γυρίστηκε.
Δεν έκανε όμως μόνο ο Barker μεταφορές των έργων του. Ξεχωρίζω τα Candyman του 1992 αλλά και το Midnight Meat Train του 2008, ενώ για λόγους πληρότητας το The Yattering and Jack έγινε επεισόδιο της σειράς Tales from the Darkside, το The Body Politic ήταν κομμάτι της ανθολογίας Quicksilver Highway του 1997 και οι μεταφορές των Dread και Books of Blood βγήκαν το 2009. Σειρά στις μεταφορές ιστοριών από το Books of Blood έχει το Jacqluine Ess, ενώ φημολογείται ότι θα έχουμε και remake του Hellraiser, με τον Barker μέρος της παραγωγής.
Τέλος, από Βarker έχουμε και δύο μεταφορές που δεν ήταν από τα βιβλία του Αίματος, τα Hankel's Tale και Valerie on the stairs που έγιναν επεισόδια στο Masters of Horror, ενώ υπάρχει και η τηλεταινία saint Sinner σε σενάριο Barker που έγινε τηλεταινία από το SciFi
To 1987 δεν είναι βέβαια σημαντικό μόνο για το Hellraiser, αλλά περισσότερα για τη δεύτερη περίοδο του Barker θα μας πει ο Γιώργος Μπελαούρης.
* Όπως φυσικά θα σας πει ο οποιοσδήποτε έχει κάνει ομιλία, κανένα κείμενο δεν επιζεί της επαφής με το κοινό και της αιθυλικής αλκόολης. Πολλά ευχαριστώ στον Γιώργο Μπελαούρη για τις διορθώσεις που μου πρότεινε''
Ιδού και το δικό μου κειμενάκι. Αν θέλετε να ρίξετε μια ματιά με την ησυχία σας...
Ο Clive Barker είναι ο καθολικός άνθρωπος της Αναγέννησης στον χώρο του, ένα γνήσιο παιδί των τεχνών που θα έκανε περήφανους τον Ντα Βίντσι και τον Μικελάντζελλο αν μπορούσαν να ρίξουν μια ματιά στο έργο του, εν αντιθέσει στην απογοητευτικά μονόπλευρη δραστηριότητα της πλειοψηφίας των καλλιτεχνών της εποχής μας. Κι αυτό γιατί δεν υπάρχει ένα μέσο μόνο για να καλύψει την δημιουργική παλέτα αυτού του μεγαλειώδη ονειρευτή. Συγγραφέας ποιημάτων, δοκιμίων, διηγημάτων, νουβελών, μυθιστορημάτων, θεατρικών και κινηματογραφικών σεναρίων, σκηνοθέτης θεάτρου και κινηματογράφο, παραγωγός, φωτογράφος, ζωγράφος, καθώς σε συνεργατικό επίπεδο σεναριογράφος σειρών κόμικ, εμπνευστής συλλεκτικών αγαλματιδίων και μασκών Halloween, δημιουργός video games και δάσκαλος ενός ολόκληρου κινήματος επηρεασμένου από την αισθητική του με δημιουργίες σε μουσική, fan made ταινίες, κόμικ και τέχνη κάθε μέσου στο τομέα της σκοτεινής έκφανσής της.
Ο Barker ήταν, είναι και θα είναι πάντα διαχρονικός γιατί κάθε έργο του, αντίθετα στο πρόσκαιρο και εφήμερο κλίμα των καιρών μας, έχει φιλοσοφικό υπόβαθρο χάρη στις σπουδές του και ανά πάσα στιγμή που θα ξαναδιαβαστεί αποκτά για τον αναγνώστη διαφορετικές προεκτάσεις ανάλογα με τις εμπειρίες και το κατά πόσο είναι εξελιγμένο το καλλιτεχνικό του αισθητήριο. Ακόμη και στην σειρά Hellraiser που με τα χρόνια κατέληξε ευρέως διαδεδομένη και κοινώς αναλώσιμη βλέπουμε κρυμμένα νοήματα όπως η ομάδα του Pinhead, οι Cenobites, όπου αν σπάσουμε την λέξη θα δούμε ότι σημαίνει το δάγκωμα του σκύλου. Μία μεταφορά, αν θέλετε, ότι αυτό που γνωρίζουμε και είμαστε επαναπαυμένοι μαζί του –σε αυτή την περίπτωση η κόλαση ίσως- μπορεί να μας εκπλήξει ανατρέποντας τα όσα ήδη πιστεύουμε για το καθετί.
Στα περισσότερα έργα του παρουσιάζεται μια κοινή πορεία πλεύσης, ένα μοτίβο αν θα θέλαμε να γίνουμε πιο πεζοί. Αυτό είναι η αναζήτηση της ουτοπίας, ο νόστος του ήρωα, για να το θέσουμε με τον όρο που δίνει ο πατέρας του fantasy Όμηρος, και όχι τόσο η σημασία του προορισμού αλλά η αυτοβελτίωση του ήρωα μέσα από το ταξίδι του. Τα θεάματα που μας προσφέρει… από ακραία και ανατριχιαστικά μέχρι ονειρικά, βάλσαμο για την ψυχή, τόσο του ήρωα όσο και του αναγνώστη που έμμεσα τα βιώνει και αυτός. Είναι ένα εσωτερικό ταξίδι και ο κατακερματισμός της σάρκας είτε μέσω του πόνου είτε μέσω της ηδονής, όσο και η γιατρειά της ή το ταξίδεμα έξω και πέρα από αυτή διατίθενται για την άνθηση του πνεύματος των πρωταγωνιστών όσο και για την διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων του αναγνώστη.
Αν μαθαίνουμε κάτι από τον Barker αυτό είναι ότι κάθε ταμπού πρέπει και οφείλει να σπάσει, η ματιά προς την κοινωνία γύρω μας και γενικά προς τα έξω είναι λαθεμένη και η μόνη λύτρωση και κάθαρση για τον καθένα μας είναι η εντρύφηση προς τα ενδότερα και η αυτοβελτίωση. Άλλο ένα μάθημα για όλους και κυρίως για τους καλλιτέχνες είναι το να τολμάς να είσαι ο εαυτός σου και να μην χαρίζεσαι στο έργο σου. Όταν δημιουργείς οφείλεις να καταθέτεις κάθε ικμάδα του είναι σου στην πνευματική δουλειά σου γιατί αλλιώς η λειψή αποτύπωση της ψυχής σου σε κάθε έργο σου δίνει σαν αποτέλεσμα ένα μέτριο έργο.
Με δύο λόγια αυτό το μοτίβο εμφανίζεται σε κάθε έργο του Barker, ο νόστος του κοινωνικά εξόριστου. Ο προορισμός, η ουτοπία, συχνά αλλάζει. Είτε είναι ένα χαλί που εντός του κλείνει έναν ολόκληρο κόσμο με όνομα Φούγκα του Υφαντόκοσμου, είτε είναι η θάλασσα Ουσία και το νησί Εφημερία του Μεγάλου Μυστικού Θεάματος και της Αείπολης (η τριλογία του της Τέχνης με το τρίτο τόμο να εκκρεμεί) είτε οι Πέντε Επικράτειες της Ιμάτζικα ο νόστος είναι φανερός. Οι ήρωες όμως γεμάτοι με πολυποίκιλα ψυχολογικά αδιέξοδα και περιτριγυρισμένοι από υπέροχα δομημένους δευτεραγωνιστές. Σε αυτά τα βιβλία δε θα επεκταθώ περαιτέρω γιατί είναι χαρακτηριστικά του μοτίβου που ανέφερα άνωθεν.
Δύο project που έχουν ιδιαίτερη σημασία στο έργο του Barker είναι το Abarat κι ο Κλέφτης του Πάντοτε, όπου είναι παιδικά βιβλία με δική του εικονογράφηση. Ο Κλέφτης έχει γύρω στις εκατό εικόνες δημιουργημένες με μαύρο μελάνι σε χαρτί και ο ήρωας είναι ένα παιδί που βρίσκεται εγκλωβισμένο σε ένα εφιαλτικό τόπο, το Σπίτι των Γιορτών, όπου κάθε μέρα αρπάζει από τη ζωή του έναν ολόκληρο χρόνο δίχως εκείνο να το συνειδητοποιεί, χαμένο στα Χριστούγεννα στο Haloween και σε άλλες γιορτές που τεμαχίζουν στα τέσσερα κάθε μέρα αντίστοιχα κάθε εποχής. Το Άμπαρατ από την άλλη είναι ένα μεγαλειώδες έργο αφού κάθε τόμος έχει περίπου 200 πίνακες του και είναι πενταλογία (οι δύο τόμοι εκκρεμούν). Ο Κόσμος του Άμπαρατ χωρίζεται σε 25 νησιά όπου κάθε νησί είναι αιωνίως κολλημένο σε μία ώρα της ημέρας ενώ υπάρχει κι ένα όπου όλα είναι πιθανά. Ηρωίδα η Κάντι από την Τσίκεντάουν και η ομάδα των φίλων της, εναντίον του παραμορφωμένου Κρίστοφερ Κάριον που δηλητηριάζει τα θύματά του με τους εφιάλτες του. Ο τρόπος που ζωγραφίζει ο Barker είναι πολύ ιδιαίτερος. Χρησιμοποιεί πολύ μεγάλης έκτασης καμβάδες και όταν κάποιο αποτέλεσμα δεν τον καλύπτει, περνάει όλο τον καμβά μία στρώση από άλλο χρώμα και μετά αρχίζει άλλο έργο. Αυτή η διαδικασία μπορεί να γίνει και δύο και τρεις φορές. Όταν όμως το αποτέλεσμα τον αφήσει ικανοποιημένο, ξύνει σε συγκεκριμένα σημεία τον πίνακα με αποτέλεσμα να βγαίνουν στην επιφάνεια χρώματα από τα προηγούμενα στρώματα που ακόμη και ο ίδιος είχε ξεχάσει. Τα χρώματά του είναι έντονα, εξπρεσιονιστικά, όπως και οι μορφές του. Είναι μεγάλος θαυμαστής του Goya και του Giger και στην ερώτηση πως θα περιέγραφε το Άμπαρατ λέει ότι είναι μια μίξη από Νάρνια, Cirque de soleil και Φαντάζια του Ντίσνευ.
Φυσικά το έργο του σα ζωγράφος δεν είναι μόνο οι πλευρές που καλύπτουν τα παιδικά του βιβλία αλλά και ερωτικοί πίνακες ή βίαια έργα ακραίου περιεχομένου που έχουν εκτεθεί σε διάφορες γκαλερί ανά τον κόσμο.
Ένα άλλο μεγάλο καλλιτεχνικό κομμάτι του είναι η φωτογραφία αλλά γι αυτό το τομέα θα ήθελα να μιλήσω συνδέοντας το με ένα βιβλίο του που δεν ανέφερα. Το Sacrament έχει ήρωα έναν ομοφυλόφιλο φωτογράφο άγριας πανίδας όπου έπειτα από επίθεση πολικής αρκούδας πέφτει σε κώμα. Όταν συνέρχεται ξεκινά το ταξίδι της αναζήτησης για ένα ζευγάρι που τον είχε σημαδέψει όταν ήταν παιδί και της ουτοπίας που εδώ ακούει στο όνομα Οίκος του Κόσμου. Καταφτάνοντας η ώρα να εκδοθεί αυτό το βιβλίο ο εκδοτικός οίκος τον συμβούλεψε να αλλάξει το φύλο του ήρωα γιατί θα ήταν ρίσκο για τις πωλήσεις. Ο ίδιος όμως επέμενε παραμένοντας αληθινός στο όραμά του. Με την κυκλοφορία του βιβλίου και με την δημοσιότητα που πήρε η δήλωσή του ότι ήταν ομοφυλόφιλος έχασε ένα απίστευτα μεγάλο κομμάτι του κοινού του στην Αμερική, γνωστή ανέκαθεν για τον πουριτανισμό της ακόμη κι αν είχε αγκαλιάσει τα προηγούμενα έργα του που δεν ήταν και τόσο by the book. Ευτυχώς οι ακόλουθοί του είναι φανατισμένοι με την φιλοσοφία του και συνεχώς πολλαπλασιάζονται, όχι βέβαια ότι έχει ανάγκη να αποδείξει πια ποιος είναι. Το φωτογραφικό έργο του ιδίου και όχι του ήρωά του τώρα, είναι έντονα ερωτικό και εκθειάζει το γυμνό αντρικό σώμα, απουσιάζουν ολοκληρωτικά οι γυναίκες και το βάψιμο των μοντέλων παραπέμπει σε πλάσματα των βιβλίων του ενώ ο φωτισμός και η αισθητική τους έχει το χαρακτηριστικό άγγιγμα του δημιουργού τους.
Το στούντιό του είναι στο υπόγειο του σπιτιού του Λος Άντζελες, μέρος όπου χρησιμοποιείται και σαν ατελιέ.
Αν έπρεπε να ξεχωρίσω δύο βιβλία θα έλεγα ότι ίσως τα καλύτερά του να είναι το Galilee και τα Μυστικά της Βαβυλώνας. Το πρώτο γιατί για πρώτη φορά δίνει μία βάση ιστορικού μυθιστορήματος στο βιβλίο αυτό, με την δημιουργία δύο μεγάλων οικογενειών: μία αμερικάνικη και μια υπερφυσική όπου τους συνδέουν πολλά μυστικά και ενώ η μία είναι μεν θνητή και θα έλεγε κανείς ότι ίσως είναι κατώτερη της άλλης πρόκειται για μια οικονομική δυναστεία οπότε πολλές φορές υπερτερεί κιόλας. Ενώ τα μυστικά της Βαβυλώνας είναι ένα προσωπικά αγαπημένο για πολλούς λόγους. Μας ξεδιπλώνεται το Χόλιγουντ όπως οι περισσότεροι δεν το ξέρουν και όπως το έζησε ο ίδιος εκ των έσω, παρουσιάζει ξανά την κόλαση με έναν πολύ εφευρετικό τρόπο δίχως να περιορίζεται από αυτό που ήδη είχε κάνει με το Hellraiser, τα χρονικά άλματα της διήγησης από το παρελθόν στο σήμερα είναι άρτια δομημένα, το κεφάλαιο του μοναστηριού και η ιστορία των πλακιδίων θα μπορούσε από μόνο του να βγει σαν αυτοτελές διήγημα και τέλος έχουμε όχι μία αλλά δύο από τις σημαντικότερες φεμ φαταλ των έργων του στην ίδια μυθιστορία: πρωταρχικά μία αθάνατη σταρ της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ και δευτερευόντως η ίδια η βασίλισσα της κόλασης, η πρώτη έκπτωτη, Λίλιθ. Αν έπρεπε να βρω ένα αρνητικό σε αυτό το βιβλίο, που μόνο αρνητικό δεν θα το έλεγα, είναι ότι μπορεί να παραλληλιστεί με τον γιο της σέλιλόιντ από τα βιβλία του αίματος. Ηρωίδες αντιηρωίδες ουσιαστικά όντας μη θελκτικές και εξιδανικευμένες, αναφορές αστέρων του χόλιγουντ και ταινιών, μεγαλειώδες κλείσιμο της ιστορίας και ηπίων τόνων επίλογος… Πολλά κοινά αλλά το προτείνω ανεπιφύλακτα είτε έχετε διαβάσει το γιο της σελιλόιντ είτε όχι.
Ας αναφέρουμε τώρα κάποιες πλευρές της δημιουργίας του που ίσως να μην είναι τόσο διαδεδομένες. Αρχικά δεν πρέπει να ξεχαστούν οι σειρές συλλεκτικών αγαλματιδίων από την Mc Farland με τίτλους Tortured Souls και Infernal Parade. Τα πρώτα ανήκουν στις τάξεις των Γενοβιτών του Hellraiser ενώ τα δεύτερα είναι ένας καινούριος κόσμος δημιουργημένος από το μηδέν που οδήγησε σε μια σειρά διηγημάτων και στη νουβέλα The Adventures of Maximillian Bacchus and his Travelling Circus. Πριν δύο χρόνια επίσης κυκλοφόρησε και μια συλλεκτική συλλογή με μάσκες Haloween εμπνευσμένες από σχέδιά του. Έπειτα, στα video games όπου πέρα από αυτά που έχουν βασιστεί στις ταινίες Nightbreed και Hellraiser υπάρχουν και τα Undying και Jericho, το πρώτο είναι ένα παιχνίδι μυστηρίου ενώ το δεύτερο επιβίωσης. Ακόμη είναι δημιουργός των σειρών κόμιξ Ectokid (ένας ήρωας με το δεξί του μάτι βλέπει φυσιολογικά τον κόσμο ενώ με το αριστερό μπορεί να βλέπει την Εκτόσφαιρα, μια μυθική διάσταση), Hokum & Hex όπως και Hyperkind (υπερήρωες υπό το πρίσμα του Barker), Saint Sinner, Next Testament (κλασικά ως αναφορά το μοτίβο του Barker) και μεταφορές Υφαντόκοσμου, Μεγάλο μυστικό θέαμα, Κλέφτης του πάντοτε, Hellraiser, Nightbreed. Ας μην ξεχάσουμε να πούμε έχει γράψει 30 θεατρικά που έχουν ανέβει είτε στα φοιτητικά του χρόνια είτε από ανεξάρτητες ομάδες και έχει εκδώσει μία ποιητική συλλογή με τίτλο Rare Flesh.
Θα ήθελα να αναφερθώ συνοπτικά και στην επιρροή του σε ένα από τα μεγαλύτερα συγκροτήματα metal της Αγγλίας, στους Cradle of Filth. Ο Dani Filth, ηγέτης και στιχουργός του συγκροτήματος συχνά αντλεί έμπνευση από στοιχεία των έργων του Barker. Πιο τρανταχτά είναι το Midian όπου το κομμάτι Tortured Soul Asylum που έχει επηρεαστεί από το Nightbreed προλογίζει ο Doug Bradley, στο κόνσεπτ άλμπουμ Darkly Darkly Venus Aversa με πρωταγωνίστρια τη Λίλιθ η ατμόσφαιρα είναι επηρεασμένη σε μεγάλο βαθμό από την αισθητική του Barker στα Μυστικά της Βαβυλώνας και γενικά των περιγραφών των φεμ φατάλ του. Ενώ το τελευταίο του side project Devilment το πρώτο τους άλμπουμ τιτλοφορείται Great and secret show.
Κλείνοντας λοιπόν και ελπίζοντας να μη σας κούρασα, με τον προσωπικό τόνο που έδωσα σε ένα κείμενο που όφειλε να είναι δοκιμιακό, εύχομαι να σας κατατόπισα ως αναφορά τη δημιουργία ενός καλλιτέχνη που πραγματικά λατρεύω και θαυμάζω απίστευτα και θα αφήσω τα όποια συμπεράσματα σε εσάς. Και βάζοντας μια τελεία στη παρουσίασή μου, θα σας διαβάσω ένα μικρό ποίημά του από το Άμπαρατ, το οποίο συνθέτη θέλει ίσως τον πιο τραγικό από τους ήρωες του Barker, τον παραμορφωμένο Κρίστοφερ Κάριον.
Γιώργος Μπελαούρης
Μάγισσα/
Κάνε για μένανε αυτή τη χάρη:/
Βρες μου ένα ολόγιομο φεγγάρι
Φτιαγμένο από νοσταλγική επιθυμία/
Φέτες λεπτές κόψτο, παρακαλώ σε
Κι όταν το κόψεις πάρε μία/
Και κρέμαστην ψηλά, μαζί με τον αποσπερίτη/
Πάνω από της αγαπημένης μου το σπίτι/
Έτσι όταν αυτή τα μάτια της σηκώσει/
Απόψε, και τον ουρανό κοιτάξει/
Και τη δει, για εμέ θ αναστενάξει/
Όπως στενάζω πάντα εγώ για εκείνη/
Με ή χωρίς ολόγιομη σελήνη.
Καλησπέρα σας και από εμένα.
Φαντάζομαι για να είσαστε εδώ θα είσαστε τουλάχιστον οικείοι με τον Barker και το έργο του, οπότε δε θα σας κουράσω με κατεβατά από ημερομηνίες. Είμαι εδώ περισσότερο για να θυμηθούμε για ποιο λόγο ο Barker είναι σημαντικός σα συγγραφέας και για ποιο λόγο μας αρέσει τόσο.
Οπότε ας συστηθούμε, με λένε Μιχάλη Γεωργοστάθη και γράφω και εγώ ιστορίες τρόμου και φαντασίας. Μαζί θα δούμε την horror περίοδο του Barker.
Είμαστε λοιπόν στο 1984. Στις Ηνωμένες Πολιτίες της Αμερικής ο τρόμος είναι στα πάνω του. Η εμπορική επιτυχία ταινιών όπως το Halloween, Ο Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες και το Παρασκευή και 13 έχει οδηγήσει στην παραγωγή αμέτρητων Slasher ταινιών, ενώ οι εκδοτικοί οίκοι ψάχνουν μανιωδώς τον επόμενο Stephen King. Παράλληλα, μία σειρά από συγγραφείς, επηρεασμένοι από τις ευρωπαϊκές σπλάττερ ταινίες που βλέπουν στα grindhouse σινεμά της εποχής, εξερευνούν τα όρια στο πόση βία και σεξ μπορούν να αποδόσουν στα έργα τους. Συγγραφείς όπως ο Jack Ketchum, o Richard Laymon και ο Robert McCammon, που σχηματίζουν ένα νέο είδος που αποκαλείται splatterpunk, στο οποίο είδος εντάσσονται και οι πρώτες δουλειές του Μπάρκερ
Την ίδια εποχή στο Ηνωμένο Βασίλειο, η λογοκρισία απαγορεύει τις πιο άγριες ταινίες της εποχής, τα λεγόμενα video nasties. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ο κόσμος δε διψάει για αίμα και σπέρμα: φτηνά βιβλιαράκια τσέπης κυκλοφορούν σωρηδόν και συγγραφείς όπως o James Herbert, ο Graham Masterton και ο Guy Smith κάνουν ρεκόρ πωλήσεων, χωρίς όμως να είναι και κάτι το συγκλονιστικό από λογοτεχνική αξία.
Και η σκοτεινή κουλτούρα όμως έχει μπει πλέον στο mainstream: Οι Iron Maiden γεμίζουν στάδια, ενώ και το new wave περνάει από τα batcaves στο top of the pops, με τους Killing Joke να μας τραγουδάνε το Love Like Blood, τους Bauhaus το She's in parties και τους Joy Division να έχουν δώσει τη θέση τους στους New Order.
Κάποιος θα έλεγε ότι ο τρόμος είχε αρχίσει να χάνει τα δόντια του, αλλά δεν ήταν ακριβώς έτσι τα πράγματα: μην ξεχνάμε, είμαστε στο Λονδίνο στο απόγειο του Θατσερισμού, παράδεισος αν είσαι προνομιούχος και έχεις χρήματα, εφιάλτης όμως αν είσαι ένας άφραγκος, ομοφυλόφιλος καλλιτέχνης, όπως ήταν ο Barker.
O Clive Barker ήταν εκείνη την εποχή ηθοποιός. Είχε μετακομίσει στο Λονδίνο στα 21 του, είχε ανεβάσει μερικές παραστάσεις, είχε γυρίσει και τις δύο ταινίες που θα δούμε απόψε και, παράλληλα, έγραφε ιστορίες τρόμου.
Και οι ιστορίες του ήταν τόσο καλές, που η πρώτη του συλλογή διηγημάτων, το πρώτο από τα Βιβλία του Αίματος, που εκδόθηκε τη χρονιά εκείνη, γνώρισε τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία. Δε νομίζω ότι το βιβλίο χρειάζεται συστάσεις. Είναι ένα αριστούργημα της λογοτεχνίας τρόμου που μας δείχνει τα περισσότερα από τα στοιχεία που θα έκαναν τον Barker γνωστό σα συγγραφέα.
Για αρχή έχουμε τις ιδέες. Τις τρελές, εξωπραγματικές, πρωτότυπες εκείνες ιδέες στις οποίες ο Barker μας έχει συνηθίσει. Γιατί, παραδεχτείτε το, δεν έχετε ξαναδιαβάσει μία ιστορία τόσο ξεχωριστή όπως το “Οι Πόλεις στους Λόφους” ενώ πχ το “Μπλουζ αίματος για ένα γουρούνι” δεν είναι η τυπική ιστορία που θα περιμένατε να διαβάζατε για μία φυλακή. Ο ίδιος ο συγγραφέας έχει δηλώσει ότι δεν ήθελε όλες οι ιστορίες να έχουν τον ίδιο τόνο, για αυτό και βάζει μία καθαρά χιουμοριστική ιστορία όπως το “Φλυαρούδι και ο Τζακ” ή προσθέτει τις έντονες σατιρικές νότες που διατρέχουν το “Σεξ, Θάνατος και Αστροφεγγιά”.
Κάτι άλλο που εντυπωσιάζει τον αναγνώστη είναι το πόσο σωματικός είναι ο τρόμος του Barker. Οι τρόμοι που αντιμετωπίζουν οι ήρωες δεν αφορούν αφηρημένες έννοιες όπως οι ψυχές ούτε σημαδεύουν τα μυαλά τους. Αντίθετα οι σάρκες παραμορφώνονται και διαλύονται, αίμα, σπέρμα και κάθε άλλους είδους εκκρίσεις τρέχουν ποτάμι. Όλα αυτά όμως σε μία σειρά από έντονες εικόνες και περιγραφές στις οποίες η φθορά, η βία και ο ερωτισμός συμπλέκονται με μία γλώσσα τόσο λυρική όσο είναι και φρικιαστική.
Τον πρώτο αυτό τόμο τον ακολούθησαν άλλοι πέντε, όλοι τους με μία σειρά από αξιόλογες ιστορίες, που περιέχουν μια σειρά από ιστορίες φρίκης που εκτυλίσσονται από τα γκέττο των μεγαλουπόλεων μέχρι την ύπαιθρο ή και ξεχασμένα νησιά. Πέρα όμως από γλαφυρές περιγραφές μακελειών, εδώ θα δούμε και ψυχολογικό τρόμο (στην ιστορία Τρόμος), μεταφυσικό θρίλερ (στο Αγώνας δρόμου για την Κόλαση) και μαύρη κωμωδία (στο Τα παιδιά της Βαβέλ) ενώ σας περιμένουν και κάποιες εξωπραγματικές συλλήψεις όπως για παράδειγμα μια γυναίκα που παίζει με τη σάρκα όπως παίζει με τους άντρες, καρκινικούς όγκους που στοιχειώνουν έναν κινηματογράφο, ένα σάβανο που επιστρέφει για εκδίκηση, ή ένας αστικός θρύλος των γκέτο που ζωντανεύει. Το πιο βασικό όμως είναι ότι επιτέλους ο τρόμος του μέηνστριμ ξαναπόκτησε δόντια.
Αναμφίβολα, πολλούς θα τους εντυπωσιάζει το πως ο Barker παραμορφώνει τις σάρκες των χαρακτήρων του, προσωπικά όμως, σαν αναγνώστης και συγγραφέας, εντυπωσιάζομαι από το πόσο πρόθυμος είναι να παραμορφώσει τις συμβάσεις της αφήγησης μίας ιστορίας τρόμου για να μας δώσει το προσωπικό του όραμα. Τα γραπτά του Barker δεν έχουν αρχή-μέση-τέλος. Ένα πρώτο παράδειγμα ήταν “η κρεοφόρος του μεσονυχτίου” όπου μία απλή ιστορία σπλάττερ ανοίγει στο τέλος της σε κάτι μεγαλύτερο, σαν πυώδες μπουμπούκι που ανθίζει σε μία πληγή. Και αυτό φαίνεται πολύ πιο έντονα αργότερα στα μεγαλύτερα έργα της καριέρας του.
Το “Καταραμένο παιχνίδι” του 1985 είναι ίσως η πιο συμβατική ιστορία τρόμου του συγγραφέα. Οι 600-κάτι σελίδες του ακολουθούν μία σχετικά τυπική ροή, υπάρχουν όμως κάποιες πανέξυπνες ανατροπές που έρχονται και σε χτυπάνε από εκεί που δεν το περιμένεις, ενώ οι προκλητικές σκηνές και το gore υπάρχουν αναλοίωτα. Εδώ βλέπουμε ένα άλλο από τα θέματα που επιστρέφουν στο έργο του Barker, δύο υπερφυσικά πλάσματα που αντιμάχονται το ένα το άλλο.
Ο Barker επίσης δε διστάζει να θίξει θέματα-ταμπού. Πολύ συχνά μπλέκει το σεξ με το θάνατο, την απόλαυση με τον πόνο, βάζει συμπαθητικούς χαρακτήρες που κρύβουν περίεργα βίτσια (όπως τον παιδόφιλο δεσμοφύλακα στα μπλουζ αίματος) ή καταλήγουν σε βλάσφημες πράξεις.
Όλα αυτά τα θέματα τα συναντάει κανείς στη νουβέλα Hellbound Heart, που αργότερα έγινε η ταινία Hellraiser. Εκεί κλειδί στην πλοκή είναι η σαδομαζοχιστική αναζήτηση ηδονής τόσο από τον Φρανκ όσο και από τη Τζούλια, ενώ ταυτόχρονα βλέπουμε ένα δαιδαλώδες ερωτικό όχι τρίγωνο, περισσότερο σε μαίανδρο φέρνει, με τον έναν χαρακτήρα να είναι δεμένος από την ερωτική του εξάρτηση από κάποιον άλλον. Και φυσικά έχουμε μερικούς αγγέλους για μερικούς, δαίμονες για άλλους που κομματιάζουν ψυχές
Στις νουβέλα αυτή, όπως και στο Cabal που το ακολούθησε, δε μπορεί κανείς παρά να εντυπωσιαστεί από την ενέργεια και το πόσες πολλές ιδέες καταφέρνει να στριμώξει σε αυτές, ίσως και περισσότερες από όσες θα μπορούσαν να χωρέσουν στις σελίδες τους (Ενδεικτικά, στο Καμπάλ κάθε 50 σελίδες έχωνε και από ένα σημαντικό σημείο πλοκής που άλλαζε τη ροή της ιστορίας).
Είναι όμως αυτό που τις κάνει να ξεχωρίζουν, το πως οι ιδέες ξεχειλίζουν από το χαρτί, το πως μικρές μπουκιές πλοκής ανοίγονται σε ολόκληρες ιστορίες: ενδεικτικά, οι Κοινοβήτες του Hellbound Heart εμφανίζονται μόνο σε δύο σκηνές της νουβέλας, όμως μας έχουν δώσει τις 9 ταινίες της σειράς Hellraiser και τουλάχιστον δύο σειρές κόμιξ.
Και εδώ θέλω να σταθώ λίγο: αυτό που κάνει τον Barker γοητευτικό, τουλάχιστον για εμένα, είναι το ότι τα γραπτά του είναι σα ναρκοπέδιο, σαν το λαβύρινθο του Λεβιάθαν. Είναι ταξίδι σε ανεξερεύνητο έδαφος όπου μπορείς να στρίψεις σε μία γωνία και να ανακαλύψεις ότι πέφτεις πάλι σε κάτι που έχεις ξαναδει λίγο πιο πριν ή να μπεις σε έναν καινούριο, θαυμαστό αλλά και τρομαχτικό κόσμο. Και οι κόσμοι του Barker είναι άλλο ένα χαρακτηριστικό του, κρύβονται μέσα στον δικό μας θαυμαστοί αλλά και τρομαχτικοί. Νομίζω αυτό το πρωτοβλέπουμε ως ολόκληρο θέμα και όχι ως σπόρο ιστορίας στο Καμπάλ όπου βλέπουμε, τη Μίντιαν, την πόλη όπου κατοικούν τα τέρατα.
Τα τέρατα του Μπάρκερ είναι επίσης κάτι που νομίζω ότι πρέπει να αναφέρω: δεν είναι κακά απλά και μόνο επειδή είναι τέρατα. Συνήθως είναι απλά αυτό, τέρατα, και πολλές φορές καταλήγουν να είναι πιο συμπαθητικά από τους ανθρώπους. Στο Καμπάλ θέλουν απλά να ζήσουν ήσυχα, ενώ ο κακός είναι ένας άνθρωπος που τα καταδιώκει, στο Hellbound Heart και στο Damnation Game παίζουν παιχνίδια με ανθρώπους οι οποίοι τους εξαπατούν, στην ιστορία “Τα δέρματα των γονέων” έρχονται απλά να σώσουν έναν δικό τους. Έχουν δικά τους κίνητρα και, πολλές φορές, δεν μπορείς να πεις ότι δεν έχουν τους λόγους τους να αντιδρούν διαφορετικά από την φύση τους.
Η καριέρα του Μπάρκερ σαν άρχοντας του τρόμου φτάνει στο απόγειό της το 1987.
Τη χρονιά εκείνη, απογοητευμένος από τις κάκιστες κινηματογραφικές μεταφορές των Rawhead Rex και Underworld, αποφασίζει να κάνει ταινία το Hellbound Heart σε δική του σκηνοθεσία. To Hellraiser ήρθε και έπεσε σα βόμβα σε μία σκηνή κορεσμένη από τα άπειρα σλάσερ. Ήταν μία ταινία βίαια ερωτική, με τους κοινοβήτες, τους δαίμονες με το σαδομαζοχιστικό λουκ και την τάση να ξεσκίζουν ψυχές με γάτζους και αλυσίδες. Ο επικεφαλής τους, ο Pinhead, θα γινόταν σύντομα είδωλο όχι μόνο των ταινιών τρόμου, αλλά και τις γοτθικής κουλτούρας. Το Hellraiser είχε άλλες 8 συνέχειες, με την ανάμειξη του Barker να γίνεται όλο και μικρότερη, μέχρι που εγκατέλειψε το franchise στην τέταρτη ταινία. Η ποιότητα των ταινιών είναι όλο και πτωτική. Προσωπικά, όταν έβλεπα τις δύο τελευταίες ευχόμουν να σκάσει ο Pinhead και να με αναλάβει με τους γάτζους του, γιατί θα με πονούσαν λιγότερο.
Ο Barker θα σκηνοθετήσει και άλλες δύο ταινίες το Nightbreed, βασισμένο στο Cabal, καθώς και το Lord of Illusion, βασισμένο στην ομώνυμη ιστορία από το πέμπτο βιβλίο του αίματος.
Αυτό που με εντυπωσιάζει είναι οι αλλαγές που έχει κάνει σε σχέση με τις νουβέλες. Για παράδειγμα, η Christie του Hellbound Heart από friendzoned του Larry γίνεται κόρη του, το τέλος του nightbreed είναι το εντελώς αντίθετο από αυτό του Cabal, όσο δε για το Lord of Illusions... καμία σχέση βιβλίο με ταινία, ίσως για να είναι πιο κοντά στο στυλ του συγγραφέα την εποχή που γυρίστηκε.
Δεν έκανε όμως μόνο ο Barker μεταφορές των έργων του. Ξεχωρίζω τα Candyman του 1992 αλλά και το Midnight Meat Train του 2008, ενώ για λόγους πληρότητας το The Yattering and Jack έγινε επεισόδιο της σειράς Tales from the Darkside, το The Body Politic ήταν κομμάτι της ανθολογίας Quicksilver Highway του 1997 και οι μεταφορές των Dread και Books of Blood βγήκαν το 2009. Σειρά στις μεταφορές ιστοριών από το Books of Blood έχει το Jacqluine Ess, ενώ φημολογείται ότι θα έχουμε και remake του Hellraiser, με τον Barker μέρος της παραγωγής.
Τέλος, από Βarker έχουμε και δύο μεταφορές που δεν ήταν από τα βιβλία του Αίματος, τα Hankel's Tale και Valerie on the stairs που έγιναν επεισόδια στο Masters of Horror, ενώ υπάρχει και η τηλεταινία saint Sinner σε σενάριο Barker που έγινε τηλεταινία από το SciFi
To 1987 δεν είναι βέβαια σημαντικό μόνο για το Hellraiser, αλλά περισσότερα για τη δεύτερη περίοδο του Barker θα μας πει ο Γιώργος Μπελαούρης.
* Όπως φυσικά θα σας πει ο οποιοσδήποτε έχει κάνει ομιλία, κανένα κείμενο δεν επιζεί της επαφής με το κοινό και της αιθυλικής αλκόολης. Πολλά ευχαριστώ στον Γιώργο Μπελαούρη για τις διορθώσεις που μου πρότεινε''
Ιδού και το δικό μου κειμενάκι. Αν θέλετε να ρίξετε μια ματιά με την ησυχία σας...
Ο Clive Barker είναι ο καθολικός άνθρωπος της Αναγέννησης στον χώρο του, ένα γνήσιο παιδί των τεχνών που θα έκανε περήφανους τον Ντα Βίντσι και τον Μικελάντζελλο αν μπορούσαν να ρίξουν μια ματιά στο έργο του, εν αντιθέσει στην απογοητευτικά μονόπλευρη δραστηριότητα της πλειοψηφίας των καλλιτεχνών της εποχής μας. Κι αυτό γιατί δεν υπάρχει ένα μέσο μόνο για να καλύψει την δημιουργική παλέτα αυτού του μεγαλειώδη ονειρευτή. Συγγραφέας ποιημάτων, δοκιμίων, διηγημάτων, νουβελών, μυθιστορημάτων, θεατρικών και κινηματογραφικών σεναρίων, σκηνοθέτης θεάτρου και κινηματογράφο, παραγωγός, φωτογράφος, ζωγράφος, καθώς σε συνεργατικό επίπεδο σεναριογράφος σειρών κόμικ, εμπνευστής συλλεκτικών αγαλματιδίων και μασκών Halloween, δημιουργός video games και δάσκαλος ενός ολόκληρου κινήματος επηρεασμένου από την αισθητική του με δημιουργίες σε μουσική, fan made ταινίες, κόμικ και τέχνη κάθε μέσου στο τομέα της σκοτεινής έκφανσής της.
Ο Barker ήταν, είναι και θα είναι πάντα διαχρονικός γιατί κάθε έργο του, αντίθετα στο πρόσκαιρο και εφήμερο κλίμα των καιρών μας, έχει φιλοσοφικό υπόβαθρο χάρη στις σπουδές του και ανά πάσα στιγμή που θα ξαναδιαβαστεί αποκτά για τον αναγνώστη διαφορετικές προεκτάσεις ανάλογα με τις εμπειρίες και το κατά πόσο είναι εξελιγμένο το καλλιτεχνικό του αισθητήριο. Ακόμη και στην σειρά Hellraiser που με τα χρόνια κατέληξε ευρέως διαδεδομένη και κοινώς αναλώσιμη βλέπουμε κρυμμένα νοήματα όπως η ομάδα του Pinhead, οι Cenobites, όπου αν σπάσουμε την λέξη θα δούμε ότι σημαίνει το δάγκωμα του σκύλου. Μία μεταφορά, αν θέλετε, ότι αυτό που γνωρίζουμε και είμαστε επαναπαυμένοι μαζί του –σε αυτή την περίπτωση η κόλαση ίσως- μπορεί να μας εκπλήξει ανατρέποντας τα όσα ήδη πιστεύουμε για το καθετί.
Στα περισσότερα έργα του παρουσιάζεται μια κοινή πορεία πλεύσης, ένα μοτίβο αν θα θέλαμε να γίνουμε πιο πεζοί. Αυτό είναι η αναζήτηση της ουτοπίας, ο νόστος του ήρωα, για να το θέσουμε με τον όρο που δίνει ο πατέρας του fantasy Όμηρος, και όχι τόσο η σημασία του προορισμού αλλά η αυτοβελτίωση του ήρωα μέσα από το ταξίδι του. Τα θεάματα που μας προσφέρει… από ακραία και ανατριχιαστικά μέχρι ονειρικά, βάλσαμο για την ψυχή, τόσο του ήρωα όσο και του αναγνώστη που έμμεσα τα βιώνει και αυτός. Είναι ένα εσωτερικό ταξίδι και ο κατακερματισμός της σάρκας είτε μέσω του πόνου είτε μέσω της ηδονής, όσο και η γιατρειά της ή το ταξίδεμα έξω και πέρα από αυτή διατίθενται για την άνθηση του πνεύματος των πρωταγωνιστών όσο και για την διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων του αναγνώστη.
Αν μαθαίνουμε κάτι από τον Barker αυτό είναι ότι κάθε ταμπού πρέπει και οφείλει να σπάσει, η ματιά προς την κοινωνία γύρω μας και γενικά προς τα έξω είναι λαθεμένη και η μόνη λύτρωση και κάθαρση για τον καθένα μας είναι η εντρύφηση προς τα ενδότερα και η αυτοβελτίωση. Άλλο ένα μάθημα για όλους και κυρίως για τους καλλιτέχνες είναι το να τολμάς να είσαι ο εαυτός σου και να μην χαρίζεσαι στο έργο σου. Όταν δημιουργείς οφείλεις να καταθέτεις κάθε ικμάδα του είναι σου στην πνευματική δουλειά σου γιατί αλλιώς η λειψή αποτύπωση της ψυχής σου σε κάθε έργο σου δίνει σαν αποτέλεσμα ένα μέτριο έργο.
Με δύο λόγια αυτό το μοτίβο εμφανίζεται σε κάθε έργο του Barker, ο νόστος του κοινωνικά εξόριστου. Ο προορισμός, η ουτοπία, συχνά αλλάζει. Είτε είναι ένα χαλί που εντός του κλείνει έναν ολόκληρο κόσμο με όνομα Φούγκα του Υφαντόκοσμου, είτε είναι η θάλασσα Ουσία και το νησί Εφημερία του Μεγάλου Μυστικού Θεάματος και της Αείπολης (η τριλογία του της Τέχνης με το τρίτο τόμο να εκκρεμεί) είτε οι Πέντε Επικράτειες της Ιμάτζικα ο νόστος είναι φανερός. Οι ήρωες όμως γεμάτοι με πολυποίκιλα ψυχολογικά αδιέξοδα και περιτριγυρισμένοι από υπέροχα δομημένους δευτεραγωνιστές. Σε αυτά τα βιβλία δε θα επεκταθώ περαιτέρω γιατί είναι χαρακτηριστικά του μοτίβου που ανέφερα άνωθεν.
Δύο project που έχουν ιδιαίτερη σημασία στο έργο του Barker είναι το Abarat κι ο Κλέφτης του Πάντοτε, όπου είναι παιδικά βιβλία με δική του εικονογράφηση. Ο Κλέφτης έχει γύρω στις εκατό εικόνες δημιουργημένες με μαύρο μελάνι σε χαρτί και ο ήρωας είναι ένα παιδί που βρίσκεται εγκλωβισμένο σε ένα εφιαλτικό τόπο, το Σπίτι των Γιορτών, όπου κάθε μέρα αρπάζει από τη ζωή του έναν ολόκληρο χρόνο δίχως εκείνο να το συνειδητοποιεί, χαμένο στα Χριστούγεννα στο Haloween και σε άλλες γιορτές που τεμαχίζουν στα τέσσερα κάθε μέρα αντίστοιχα κάθε εποχής. Το Άμπαρατ από την άλλη είναι ένα μεγαλειώδες έργο αφού κάθε τόμος έχει περίπου 200 πίνακες του και είναι πενταλογία (οι δύο τόμοι εκκρεμούν). Ο Κόσμος του Άμπαρατ χωρίζεται σε 25 νησιά όπου κάθε νησί είναι αιωνίως κολλημένο σε μία ώρα της ημέρας ενώ υπάρχει κι ένα όπου όλα είναι πιθανά. Ηρωίδα η Κάντι από την Τσίκεντάουν και η ομάδα των φίλων της, εναντίον του παραμορφωμένου Κρίστοφερ Κάριον που δηλητηριάζει τα θύματά του με τους εφιάλτες του. Ο τρόπος που ζωγραφίζει ο Barker είναι πολύ ιδιαίτερος. Χρησιμοποιεί πολύ μεγάλης έκτασης καμβάδες και όταν κάποιο αποτέλεσμα δεν τον καλύπτει, περνάει όλο τον καμβά μία στρώση από άλλο χρώμα και μετά αρχίζει άλλο έργο. Αυτή η διαδικασία μπορεί να γίνει και δύο και τρεις φορές. Όταν όμως το αποτέλεσμα τον αφήσει ικανοποιημένο, ξύνει σε συγκεκριμένα σημεία τον πίνακα με αποτέλεσμα να βγαίνουν στην επιφάνεια χρώματα από τα προηγούμενα στρώματα που ακόμη και ο ίδιος είχε ξεχάσει. Τα χρώματά του είναι έντονα, εξπρεσιονιστικά, όπως και οι μορφές του. Είναι μεγάλος θαυμαστής του Goya και του Giger και στην ερώτηση πως θα περιέγραφε το Άμπαρατ λέει ότι είναι μια μίξη από Νάρνια, Cirque de soleil και Φαντάζια του Ντίσνευ.
Φυσικά το έργο του σα ζωγράφος δεν είναι μόνο οι πλευρές που καλύπτουν τα παιδικά του βιβλία αλλά και ερωτικοί πίνακες ή βίαια έργα ακραίου περιεχομένου που έχουν εκτεθεί σε διάφορες γκαλερί ανά τον κόσμο.
Ένα άλλο μεγάλο καλλιτεχνικό κομμάτι του είναι η φωτογραφία αλλά γι αυτό το τομέα θα ήθελα να μιλήσω συνδέοντας το με ένα βιβλίο του που δεν ανέφερα. Το Sacrament έχει ήρωα έναν ομοφυλόφιλο φωτογράφο άγριας πανίδας όπου έπειτα από επίθεση πολικής αρκούδας πέφτει σε κώμα. Όταν συνέρχεται ξεκινά το ταξίδι της αναζήτησης για ένα ζευγάρι που τον είχε σημαδέψει όταν ήταν παιδί και της ουτοπίας που εδώ ακούει στο όνομα Οίκος του Κόσμου. Καταφτάνοντας η ώρα να εκδοθεί αυτό το βιβλίο ο εκδοτικός οίκος τον συμβούλεψε να αλλάξει το φύλο του ήρωα γιατί θα ήταν ρίσκο για τις πωλήσεις. Ο ίδιος όμως επέμενε παραμένοντας αληθινός στο όραμά του. Με την κυκλοφορία του βιβλίου και με την δημοσιότητα που πήρε η δήλωσή του ότι ήταν ομοφυλόφιλος έχασε ένα απίστευτα μεγάλο κομμάτι του κοινού του στην Αμερική, γνωστή ανέκαθεν για τον πουριτανισμό της ακόμη κι αν είχε αγκαλιάσει τα προηγούμενα έργα του που δεν ήταν και τόσο by the book. Ευτυχώς οι ακόλουθοί του είναι φανατισμένοι με την φιλοσοφία του και συνεχώς πολλαπλασιάζονται, όχι βέβαια ότι έχει ανάγκη να αποδείξει πια ποιος είναι. Το φωτογραφικό έργο του ιδίου και όχι του ήρωά του τώρα, είναι έντονα ερωτικό και εκθειάζει το γυμνό αντρικό σώμα, απουσιάζουν ολοκληρωτικά οι γυναίκες και το βάψιμο των μοντέλων παραπέμπει σε πλάσματα των βιβλίων του ενώ ο φωτισμός και η αισθητική τους έχει το χαρακτηριστικό άγγιγμα του δημιουργού τους.
Το στούντιό του είναι στο υπόγειο του σπιτιού του Λος Άντζελες, μέρος όπου χρησιμοποιείται και σαν ατελιέ.
Αν έπρεπε να ξεχωρίσω δύο βιβλία θα έλεγα ότι ίσως τα καλύτερά του να είναι το Galilee και τα Μυστικά της Βαβυλώνας. Το πρώτο γιατί για πρώτη φορά δίνει μία βάση ιστορικού μυθιστορήματος στο βιβλίο αυτό, με την δημιουργία δύο μεγάλων οικογενειών: μία αμερικάνικη και μια υπερφυσική όπου τους συνδέουν πολλά μυστικά και ενώ η μία είναι μεν θνητή και θα έλεγε κανείς ότι ίσως είναι κατώτερη της άλλης πρόκειται για μια οικονομική δυναστεία οπότε πολλές φορές υπερτερεί κιόλας. Ενώ τα μυστικά της Βαβυλώνας είναι ένα προσωπικά αγαπημένο για πολλούς λόγους. Μας ξεδιπλώνεται το Χόλιγουντ όπως οι περισσότεροι δεν το ξέρουν και όπως το έζησε ο ίδιος εκ των έσω, παρουσιάζει ξανά την κόλαση με έναν πολύ εφευρετικό τρόπο δίχως να περιορίζεται από αυτό που ήδη είχε κάνει με το Hellraiser, τα χρονικά άλματα της διήγησης από το παρελθόν στο σήμερα είναι άρτια δομημένα, το κεφάλαιο του μοναστηριού και η ιστορία των πλακιδίων θα μπορούσε από μόνο του να βγει σαν αυτοτελές διήγημα και τέλος έχουμε όχι μία αλλά δύο από τις σημαντικότερες φεμ φαταλ των έργων του στην ίδια μυθιστορία: πρωταρχικά μία αθάνατη σταρ της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ και δευτερευόντως η ίδια η βασίλισσα της κόλασης, η πρώτη έκπτωτη, Λίλιθ. Αν έπρεπε να βρω ένα αρνητικό σε αυτό το βιβλίο, που μόνο αρνητικό δεν θα το έλεγα, είναι ότι μπορεί να παραλληλιστεί με τον γιο της σέλιλόιντ από τα βιβλία του αίματος. Ηρωίδες αντιηρωίδες ουσιαστικά όντας μη θελκτικές και εξιδανικευμένες, αναφορές αστέρων του χόλιγουντ και ταινιών, μεγαλειώδες κλείσιμο της ιστορίας και ηπίων τόνων επίλογος… Πολλά κοινά αλλά το προτείνω ανεπιφύλακτα είτε έχετε διαβάσει το γιο της σελιλόιντ είτε όχι.
Ας αναφέρουμε τώρα κάποιες πλευρές της δημιουργίας του που ίσως να μην είναι τόσο διαδεδομένες. Αρχικά δεν πρέπει να ξεχαστούν οι σειρές συλλεκτικών αγαλματιδίων από την Mc Farland με τίτλους Tortured Souls και Infernal Parade. Τα πρώτα ανήκουν στις τάξεις των Γενοβιτών του Hellraiser ενώ τα δεύτερα είναι ένας καινούριος κόσμος δημιουργημένος από το μηδέν που οδήγησε σε μια σειρά διηγημάτων και στη νουβέλα The Adventures of Maximillian Bacchus and his Travelling Circus. Πριν δύο χρόνια επίσης κυκλοφόρησε και μια συλλεκτική συλλογή με μάσκες Haloween εμπνευσμένες από σχέδιά του. Έπειτα, στα video games όπου πέρα από αυτά που έχουν βασιστεί στις ταινίες Nightbreed και Hellraiser υπάρχουν και τα Undying και Jericho, το πρώτο είναι ένα παιχνίδι μυστηρίου ενώ το δεύτερο επιβίωσης. Ακόμη είναι δημιουργός των σειρών κόμιξ Ectokid (ένας ήρωας με το δεξί του μάτι βλέπει φυσιολογικά τον κόσμο ενώ με το αριστερό μπορεί να βλέπει την Εκτόσφαιρα, μια μυθική διάσταση), Hokum & Hex όπως και Hyperkind (υπερήρωες υπό το πρίσμα του Barker), Saint Sinner, Next Testament (κλασικά ως αναφορά το μοτίβο του Barker) και μεταφορές Υφαντόκοσμου, Μεγάλο μυστικό θέαμα, Κλέφτης του πάντοτε, Hellraiser, Nightbreed. Ας μην ξεχάσουμε να πούμε έχει γράψει 30 θεατρικά που έχουν ανέβει είτε στα φοιτητικά του χρόνια είτε από ανεξάρτητες ομάδες και έχει εκδώσει μία ποιητική συλλογή με τίτλο Rare Flesh.
Θα ήθελα να αναφερθώ συνοπτικά και στην επιρροή του σε ένα από τα μεγαλύτερα συγκροτήματα metal της Αγγλίας, στους Cradle of Filth. Ο Dani Filth, ηγέτης και στιχουργός του συγκροτήματος συχνά αντλεί έμπνευση από στοιχεία των έργων του Barker. Πιο τρανταχτά είναι το Midian όπου το κομμάτι Tortured Soul Asylum που έχει επηρεαστεί από το Nightbreed προλογίζει ο Doug Bradley, στο κόνσεπτ άλμπουμ Darkly Darkly Venus Aversa με πρωταγωνίστρια τη Λίλιθ η ατμόσφαιρα είναι επηρεασμένη σε μεγάλο βαθμό από την αισθητική του Barker στα Μυστικά της Βαβυλώνας και γενικά των περιγραφών των φεμ φατάλ του. Ενώ το τελευταίο του side project Devilment το πρώτο τους άλμπουμ τιτλοφορείται Great and secret show.
Κλείνοντας λοιπόν και ελπίζοντας να μη σας κούρασα, με τον προσωπικό τόνο που έδωσα σε ένα κείμενο που όφειλε να είναι δοκιμιακό, εύχομαι να σας κατατόπισα ως αναφορά τη δημιουργία ενός καλλιτέχνη που πραγματικά λατρεύω και θαυμάζω απίστευτα και θα αφήσω τα όποια συμπεράσματα σε εσάς. Και βάζοντας μια τελεία στη παρουσίασή μου, θα σας διαβάσω ένα μικρό ποίημά του από το Άμπαρατ, το οποίο συνθέτη θέλει ίσως τον πιο τραγικό από τους ήρωες του Barker, τον παραμορφωμένο Κρίστοφερ Κάριον.
Γιώργος Μπελαούρης
Μάγισσα/
Κάνε για μένανε αυτή τη χάρη:/
Βρες μου ένα ολόγιομο φεγγάρι
Φτιαγμένο από νοσταλγική επιθυμία/
Φέτες λεπτές κόψτο, παρακαλώ σε
Κι όταν το κόψεις πάρε μία/
Και κρέμαστην ψηλά, μαζί με τον αποσπερίτη/
Πάνω από της αγαπημένης μου το σπίτι/
Έτσι όταν αυτή τα μάτια της σηκώσει/
Απόψε, και τον ουρανό κοιτάξει/
Και τη δει, για εμέ θ αναστενάξει/
Όπως στενάζω πάντα εγώ για εκείνη/
Με ή χωρίς ολόγιομη σελήνη.
No comments:
Post a Comment